20
Σηκώθηκε για να φύγει, τον πλησίασα και τον έπιασα απ’ τον ώμο. Γύρισε και του είπα «Γεια σου φίλε μου». Είπε «Γεια». Του είπα «Θέλω να σ’ ευχαριστήσω γιατί μ’ έκανες να νιώσω όπως την πρώτη φορά που τους άκουσα. Ήμουν κι εγώ στο δωμάτιό μου μόνος και κοιτούσα τον φεγγίτη. Μ’ έκανες πάλι να θυμηθώ πως υπάρχει ελπίδα». «Σ’ ευχαριστώ» είπε και συνέχισα να του γαμάω το μυαλό λέγοντας «Ίσως δεν είναι η κατάλληλη στιγμή να σου το πω, αλλά αν δεν το κάνω δε θα είμαι αληθινός απέναντί σου. Τους έχω δει ζωντανά και μίλησα με τον αρχηγό τους». «Αλήθεια;», ρώτησε και πρόσθεσε «Δεν υπάρχει αρχηγός». «Είναι υπέροχο που σκέφτεσαι έτσι, αλλά στις κοινωνίες, ειδικά στις κολεκτιβικές κοινωνίες, πρέπει να υπάρχει αρχηγός». Τα μάτια του γυάλισαν και ο μαζοχισμός του εντάθηκε. Δεν είχε εισιτήρια για τη συναυλία και ήθελε να σιγουρέψει τον πόνο απ’ την απουσία του μεγαλείου. Του πρότεινα να πάμε σε κάποιο μαγαζί να τα πούμε και αντιπρότεινε να πάμε στο σπίτι του. Έπρεπε να το είχα καταλάβει, όταν δεν υπάρχουν λεφτά χάνονται τα όνειρα. Του ζήτησα να μου πει τ’ όνομα, το τηλέφωνο και τη διεύθυνσή του, του είπα πως θυμήθηκα πως έχω μια δουλειά και πως θα τον βρω μετά από λίγο. Δεν ήθελα να περπατήσω μαζί του για δεκαπέντε λεπτά, είχα πλάνο αλλά δε σκόπευα να εξοντωθώ κιόλας για να το πετύχω. Άφησα να περάσει μισή ώρα, του έδωσα χρόνο να βολευτεί για να τον ξεβολέψω. Πάτησα ένα απ' τα πλήκτρα στο θυροτηλέφωνο, δεν είχαν ονόματα και δεν απάντησε κανείς, με το πάτημα όλο το πρόσωπο της συσκευής βούλιαξε και επανήλθε και κατάλαβα πως δε λειτουργεί. Κοίταξα αριστερά μου και είδα την κλειστή πόρτα, την έσπρωξα απότομα και άνοιξε. Αφού δε λειτουργούσε το ένα, θεώρησα και απέδειξα ότι δε λειτουργεί και το άλλο. Κοίταξα πάνω απ’ το κεφάλι μου, είδα τον μαύρο σταυρό που σχηματιζόταν στο καμένο κάσωμα και αναρίγησα. Χτύπησα με το χέρι την πρώτη πόρτα του πρώτου ορόφου όπου έμενε τ’ Αγόρι. Μ’ εξέτασε από το μικρό του φινιστρίνι και άνοιξε. Ήταν αυτός ο γκόμενος της Κοπέλας; 21
Αδύνατο! Η έλλειψη εισροών ήταν εμφανής, η ύπαρξη εκροών πασιφανής, αναρίθμητα περιοδικά γυμνών γυναικών ήταν αφημένα σε στοίβες στο μισό κρεβάτι, στο τραπεζάκι, στους δύο καναπέδες. Είπε πως τα βρήκε απ’ τον προηγούμενο ενοικιαστή. «Δεν έχεις λόγο να ντρέπεσαι», του είπα. Είπαμε τα βασικά για τους εαυτούς μας. Συνέχισα λέγοντας «Απ’ τη στεναχώρια σου υποθέτω πως είσαι με κάποια και ήθελες να την πας στη συναυλία». «Ναι», απαντάει. «Προσπαθείς σ’ όλη σου τη ζωή να κάνεις την κοπέλα σου να νιώσει και να μοιάσει όπως αυτές εδώ και να γίνει το ίδιο δεκτική. Όλοι αυτό θέλουμε να πετύχουμε. Είσαι φοιτητής, είσαι τυχερός και το πιο ωραίο είναι ότι το γνωρίζεις· φαίνεσαι ευχάριστος άνθρωπος, μιλάς ελάχιστα, ακούς τους συνανθρώπους σου και σ’ εμπιστεύονται· εγώ σ’ εμπιστεύομαι· έχεις χρόνο, έχεις θέληση, μπορείς και κάνεις εννιά διαφορετικές ενέργειες την ημέρα, βρίσκεσαι σε πέντε διαφορετικά μέρη, πηγαίνεις σινεμά, συναυλίες (ουπς λάθος), στους φίλους σου, έρχονται σε ‘σένα, τελειώνεις γρήγορα τις εργασίες σου· δεν κάνεις πολύ σεξ; ελάχιστο; να κάνεις φίλε μου, η κοπέλα σου δε σου το λέει, αν της λες αυτό που θέλεις έχεις μόνο να κερδίσεις». Η φωνή μου σταμάτησε να τον καθοδηγεί και να τον εμψυχώνει όταν του είπα «Κι εγώ κάποιες στιγμές κλείνομαι στον εαυτό μου αλλά έχω αυτούς να μου δείχνουν πως με καταλαβαίνουν». Του είπα για την μπάντα, για την εμπειρία που κάθε άνθρωπος πρέπει να ζήσει, για τον κιθαρίστα - αρχηγό με τα κατσαρά μακριά μαύρα μαλλιά που μετά το τέλος της συναυλίας κάθισε στα σκαλιά του συναυλιακού χώρου που έμοιαζε μ’ εκκλησία για να καπνίσει στον κρύο αέρα κοιτώντας τ’ αυτοκίνητα ν’ αλλάζουν πορεία κι εγώ πήγα και του μίλησα. Το Αγόρι ήταν εγκεφαλικά νεκρό. Η φωνή του έτρεμε και μου είπε πως έκανε λάθος, πως δεν έχει ικανότητες και δεν ξέρει να εκφράζεται. Ένιωθε εγκλωβισμένος, ψέλλιζε και ικέτευε. Έτσι δε γινόταν άντρας, τόσο το καλύτερο. 22
Δε μ’ άκουγε, είπε πως όλα πηγαίνουν στραβά, πως ήθελε να βρει τρόπο για να κάνει την κοπέλα του να τον θέλει πιο πολύ, πως ήθελε ν’ αγοράσει ένα στρώμα για τo κρεβάτι του δεύτερου δωματίου για να το κάνουν πιο πολύ, αυτό στο οποίο καθίσαμε βούλιαζε και μας ρουφούσε. Αισθάνθηκα συμπάθεια για το παιδί και προσπάθησα να θυμηθώ αν στην ίδια ηλικία βρέθηκα σε τέτοια ταραχή. Αν το γνώριζα τότε, θα μπορούσα να το αντιμετωπίσω αλλά η επίγνωση θα μ’ έκανε μίζερο. Του είπα πως πρέπει να φύγω, πως χάρηκα που τον γνώρισα και πως θα ήθελα να τον ξαναδώ, να νιώσει ελεύθερος να με πάρει ξανά. Του είπα «Όταν δεις την κοπέλα σου πες της ότι δε βρήκες τα εισιτήρια σήμερα. Μπορεί να τα βρεις αύριο. Αν δε τα βρεις, σημασία έχει ότι προσπάθησες. Δώσ’ της να καταλάβει. Αν δεν το καταλαβαίνει, αφιέρωσέ της ένα ποίημα, μη της λες ότι δεν είναι δικό σου, δανείσου τα επόμενα λόγια, θα την κάνεις να σε θέλει, χωρίς να το ξέρει, χωρίς να το αμφισβητεί». «Απ’ όσα πράγματα έχω δει, μονάχα εσένα θέλω να εξακολουθώ να βλέπω, απ’ ό,τι έχω αγγίξει, μονάχα το δέρμα σου θέλω ν’ αγγίζω, αγαπώ το πορτοκαλένιο γέλιο σου, μ’ αρέσεις την ώρα που κοιμάσαι». Ένας νέος άνθρωπος πλάθεται μ’ ευκολία, αφήνεται στις προθέσεις του γηραιότερου και εμπειρότερου να του δείξει ποιο δρόμο θ’ ακολουθήσει. Έχοντας κακές προθέσεις του εμφύτευσα για πάντα την ανάγκη της καταδικασμένης ελπίδας. Αυτό που δεν του είχα ακόμα πει ήταν πως βρήκα τρία εισιτήρια για τη συναυλία. (Ο Καθηγητής νοιάστηκε και έπραξε. Έχει ό,τι ζητήσω, οποιαδήποτε στιγμή. Πρέπει να δίνω για να συνεχίσω να παίρνω). Έμενε μία εβδομάδα για τη συναυλία και δε βιαζόμουν, άφησα τον παράδεισο να έρθει σ’ εμένα. Την κατάλληλη στιγμή θα του πετούσα το δώρο μου, θα ένιωθε καλά, θα με κοιτούσε με θαυμασμό και θα μ’ άκουγε, θα ερχόταν στη συναυλία μαζί μου μα το κυριότερο θα έφερνε την κοπέλα του για να την πλάσουν κι εκείνη. 23
Δύο μέρες μετά μου τηλεφώνησε. Του είπα πως χαίρομαι που τον ακούω, τον ρώτησα αν είναι καλά και είπε «Ναι, τώρα είμαι καλύτερα». «Τέλεια, αλλά επειδή ένιωσα άβολα θέλω να κάνω κάτι για ‘σένα. Είμαι σίγουρος πως εσύ κι εγώ, όταν συναντηθούμε με τη στεναχώρια, την κρατάμε μέχρι να τη συνηθίσουμε». Γέλασε και είπε «Κι εγώ ήθελα να σε ρωτήσω αν είσαι ελεύθερος. Κάθομαι με την κοπέλα μου στον κήπο του πανεπιστημίου. Θέλω να τη γνωρίσεις. Έλα ν’ αράξουμε». Τζάκποτ. Πήγα στον κήπο και τον είδα να κάθεται και να συζητάει με την Κοπέλα. Πήρα μία βαθιά ανάσα και πλησίασα. Μας σύστησε, δώσαμε τα χέρια και σκέφτηκα «Πρέπει να θυμάμαι αυτή τη στιγμή· είναι η πρώτη φορά που την αγγίζω· και αυτή το θέλει». Ήταν ακόμα πιο όμορφη με τα μακριά μαύρα μαλλιά και ένα λευκό φόρεμα με κίτρινα λουλούδια. Δυσκολευόμουν να πάρω τα μάτια μου από πάνω της. Κάθισα απέναντί τους. Είπαμε τα τυπικά λόγια για το μεταπτυχιακό του, τη δουλειά μου και το εργαστήριό της. Γρήγορα περάσαμε στο παρασύνθημα. Αρχίσαμε να μιλάμε για τη συναυλία, το Αγόρι της μίλησε για τα κατορθώματά και τις γνώσεις μου. Της είπε ακόμα και για το ποίημα. Δε φέρθηκε έξυπνα ώστε να της πει ότι αυτός το έγραψε, τουλάχιστον ότι αυτός το διάβασε. Ήταν ειλικρινής και μου έδινε τα εύσημα. Τι ανόητη ανιδιοτελής πράξη! Εγώ κάπως κάπου το διάβασα, κάποιος το έφερε μπροστά μου, δεν έλεγα όμως σε κάθε κορίτσι «Ένας φίλος μού έμαθε αυτό το ποίημα» γιατί η επόμενη ερώτηση θα ήταν «Ποιος είναι ο φίλος σου;». «Αυτός δεσποινίς μόνο διάβασε το ποίημα, δεν το έγραψε» θα της απαντούσα. Κούι κούι κούι και κανένας δεν ακούει. Σ’ αυτή τη φάρα υπάρχουν κάποιοι που δημιουργούν και κάποιοι που χρησιμοποιούν το ταλέντο των πρώτων για να προσελκύσουν με άνεση μαγεμένες γυναίκες. Αθεράπευτη εκμεταλλεύσιμη κατάσταση. Το Αγόρι έστρωσε το χαλί. Με ήρεμο τόνο τους είπα «Έχω το δικό μου εισιτήριο, μία πρόσκληση και ένα εισιτήριο που περίσσεψε γιατί δε θα μπορέσει να έρθει ένας φίλος μου και μπορούμε να πάμε όλοι». 24
Σηκώθηκαν, μ’ αγκάλιασαν και με φίλησαν και η χαρά του Αγοριού δεν μπορεί ν’ αναπαρασταθεί με λέξεις. Μου έδινε το δικαίωμα να αισθάνομαι πως αν ζητούσα την κοπέλα του θα είχε την ιερή υποχρέωση να μου την παραδώσει. Το μυαλό μου πήγε πιο βαθιά, φαντασιώθηκα να κάθομαι πιο μακριά, να κοιτάζω κάτω απ’ το τραπέζι και αυτή να με κοιτάει στα μάτια, ν’ ανοίγει τα πόδια της και να μη φοράει βρακάκι. Μετρήσαμε τα λεπτά και ύστερα μετρήσαμε τα δευτερόλεπτα μέχρι τη στιγμή της συναυλίας. Εκείνες οι στιγμές ήταν απ’ τις ελάχιστες στη ζωή που αισθανόμασταν ευγνωμοσύνη που ήμασταν ζωντανοί. Αλλά όταν η χαρά είναι αγωνιώδης, το κακό είναι ανείπωτο. Για κάποιους, όχι για ‘μένα. Τα πράγματα εξελίσσονταν θεσπέσια. Ο χώρος ήταν γεμάτος και περνούσαν μόνο όσοι είχαν εισιτήρια, οι προσκλήσεις δε γίνονταν δεκτές. Το αγόρι στάθηκε παγωμένο ενώ κάποιοι ικέτευαν, πρόσφεραν χρήματα, έκλαιγαν. Κοίταξε την κοπέλα του και ψέλλισε «Πάτε εσείς», εκείνη τον αγκάλιασε και είπε «Όχι, όχι, θα μείνω μαζί σου», εγώ τους κοιτούσα και σκεφτόμουν «Τον πούλο κορόιδο» και αυτός είπε «Είναι γελοίο να μην πάμε και οι δυο, πήγαινε εσύ, σε παρακαλώ», «Σίγουρα;», «Ναι», «Είσαι καλά;», «Ναι, τα λέμε μετά». Τη φίλησε ανάμεσα στο μάγουλο και τα χείλη και βγήκε έξω. Περάσαμε απ’ το μπαρ, ο μπάρμαν ήταν γνωστός του Καθηγητή και μας εξυπηρέτησε παρατώντας όσους είχαν σειρά για να μας φτιάξει σπέσιαλ ποτά. Η συναυλία ξεκίνησε. Ο τετράγωνος προθάλαμος των εννιά τετραγωνικών μέτρων ήταν η πύλη για την αθανασία. Οι δυο πόρτες του, μία για την είσοδο στον προθάλαμο και μία για την είσοδο στο συναυλιακό χώρο ήταν βαριές και με επένδυση ηχομόνωσης. Όταν άνοιγαν, αυτοί που στέκονταν έξω και περίμεναν το θαύμα, έκαναν εξάσκηση στα όρια του μαζοχισμού τους. 25
Ένας κατάφερε να περάσει τρέχοντας και χάθηκε στον κόσμο, οι άνθρωποι στην πόρτα από καλοσύνη δεν έδειξαν ενδιαφέρον να τον σταματήσουν, κανείς δεν άσκησε βία, κανείς δεν απείλησε, όλοι ζητούσαν ευγενικά και θρηνούσαν γιατί απείχαν μόνο τέσσερα μέτρα από κάτι που μπορούσαν να μυρίσουν αλλά δεν μπορούσαν να γλείψουν και στέκονταν εκεί προσπαθώντας ν’ ακούσουν, κουνώντας το κεφάλι αριστερά, δεξιά, για να δουν για δύο δευτερόλεπτα την μπάντα πριν κλείσουν ξανά οι πόρτες, με την ψευδαίσθηση ότι θ’ αλλάξει και η δικιά τους ζωή προς το καλύτερο. Το μαρτύριό τους και η λύτρωσή μας κράτησε δυόμισι ώρες. Όταν τελείωσε κατάλαβα ότι κρατούσα την αναπνοή μου όλο αυτό το διάστημα. Αν ερχόταν ένα χέρι από ψηλά και μας τραβούσε και μια φωνή μας έλεγε ότι ήρθε το τέλος, θα δεχόμουν το θάνατο μ’ ευγνωμοσύνη. Ψέματα. Τώρα έρχεται το καλό το πράμα. Βγήκαμε έξω αργά, ήρεμα, χωρίς να μιλάμε, τα πρόσωπά μας έλαμπαν χωρίς να χρειάζεται να χαμογελάμε. Εκεί έξω περίμενε ακόμα το Αγόρι και κανείς μας δεν ήξερε τι να του πει. Τα γεγονότα κυλούσαν όπως ήθελα. Επικοινωνούσαμε μεταξύ μας με το βλέμμα και με τη σκέψη αλλά αυτός ήταν μακριά, φαινόταν ν’ απομακρύνεται μέσα σε μαγνητικό πεδίο που τρέμει και συρρικνώνεται. Δεν τόλμησε να ρωτήσει για τη συναυλία, καλύτερα γιατί θα ήταν αδύνατο να καταλάβει. Εμείς θέλαμε να πεθάνουμε από ευτυχία, αυτός από δυστυχία. Εμείς ξέραμε, αυτός όχι. Με ρώτησε «Θέλεις να έρθεις στο σπίτι;», είμαι σίγουρος πως ήθελε ν’ αποφύγει να μείνει μόνος με την κοπέλα του, θα αισθανόταν κατώτερος και μηδαμινός, προτιμούσε να μας έχει και τους δυο κι εμείς να τηρούμε τη σιωπηρή μας επικοινωνία. Πήγαμε στο σπίτι και καθίσαμε στο δωμάτιο που του απάγγειλα ποίηση. Αυτός δεν ήθελε να μιλήσει αλλά ούτε κι εμείς, αρκούσε μόνο να κοιτάμε τον απέναντι τοίχο στον ακάλυπτο, να είμαστε πράοι, ν’ αποδεχόμαστε και να αποκρυπτογραφούμε. Η άβολη παραμονή του έληξε όταν σηκώθηκε και είπε «Πάω για ύπνο, εσείς καθίστε». Και γρήγορα και κοφτά «Αύριο θα πάω στους γονείς μου, θα γυρίσω τη Δευτέρα». Η ιστορία μου έφτανε στο τέλος και ο Καθηγητής κατάλαβε ποιο θα ήταν αυτό. Πήγα να τον βρω για να του τα πω και αρχίσαμε να πίνουμε. 26
Απ’ τη στιγμή που με βρήκε και γυρίσαμε δυο τρία φιλμάκια, μείωσε τη συμμετοχή του στην εταιρία παραγωγής ενήλικων ταινιών. Αυτό ήταν παράδοξο. «Όχι μη μου πεις», είπε και με διέκοψε πριν τη διαστροφή. Και μετά είπε «Πες το. Πες το. Πες τις λέξεις». «Τελικά να το πω ή όχι;». Το είπε ο καθηγητής: «Τη γάμησες, δεν τη γάμησες;». Κι εγώ είπα «Ναι». Πήρε φόρα. «Με τον άλλο στο διπλανό δωμάτιο; Είσαι ανώμαλος! Φίλε μου, μαθητή μου, με ξεπέρασες, τους ξεπέρασες όλους!». Είχε ενθουσιαστεί. Και μετά είπε «Δώσε μου λίγα δευτερόλεπτα να το αναλύσω, λοιπόν, έχουμε και λέμε: στην αρχή του πήρες τα λεφτά, μετά την ψυχή και στο τέλος τη γυναίκα. Είσαι λύκος, όχι όχι, είσαι ο αρχηγός των λύκων! Έχω κάνει κι εγώ ακραία...». Σκέφτηκα «Σώπα, αλήθεια;». Συνέχισε: «Θα μπορούσα να κάνω τον πρόλογο για το σωστό και το λάθος, το καλό και το κακό, αλλά ήδη έκανα το κακό, το οποίο όμως αν πετύχει και δεν πιαστείς είναι η καλή πλευρά του κακού, οπότε... Μια μέρα μου ήρθε να παντρευτώ, ακόμα αναρωτιέμαι γιατί. Είχα ξεκινήσει με την εταιρία αλλά ήταν καθαρά καλλιτεχνική. Ήρθε στο γραφείο η μέλλουσα με τους γονείς της, ούτε θυμάμαι τώρα ποια είναι, ήρθαν τη στιγμή που είχα κάτω απ' το γραφείο ένα κορίτσι, ασ' τα, αυτή τη θυμάμαι». «Πίπα». «Ναι. Είχαμε βρει καλό ρυθμό και μπορούσα να κρατάω την ψυχραιμία μου, ρωτούσα μάλιστα τους γονείς όλο και πιο πολλά. Στο τέλος... έκλεισα το βιβλίο που είχα μπροστά μου δυνατά με τα δυο μου χέρια και επειδή ήταν ένας τόμος χοντρός και με σκληρό εξώφυλλο έκανε θόρυβο, ευτυχώς γιατί κάλυψε το γρύλισμά μου, γι’ αυτό το ξανάκλεισα και είπα "ήταν θεσπέσια η γνωριμία μας". Κούμπωσα κιόλας το παντελόνι μου και σηκώθηκα να τους χαιρετήσω. Κάπου θα στράβωσε η φάση αργότερα, ίσως και να με έπιασαν τότε και να το θυμάμαι αλλιώς. Αλλά το πιο ακραίο θα ήταν να παντρευτώ! Αυτό που έκανες εσύ είναι πιο δυνατό». Ήθελα να ρωτήσω «Πιο δυνατό;» αλλά δεν είπα τίποτα. Μερικές φορές νομίζω πως αρκεί να σκεφτώ κάτι. Αφού αυτό που σκέφτομαι είναι το λογικό, το σκέφτονται και οι άλλοι και δε χρειάζεται να μιλήσει κανείς. 27
Ο Καθηγητής χαχάνισε και τελείωσε τις επιδοκιμασίες λέγοντας «Κορίλα μαλάκα... πουταναριό...». Έχανε την ευφράδειά του. Για μια στιγμή σοβαρεύτηκε γιατί είδε ότι εγώ δεν επιδοκίμαζα ούτε τον εαυτό μου, ούτε τα λόγια του. Ήμουν τόσο πολύ μεθυσμένος που δεν μπορούσα να κοιτάξω γύρω μου, τα πάντα είχαν σκοτεινιάσει, ευτυχώς καθόμουν γιατί η πολυκοσμία και ο θόρυβος μου έφερναν ναυτία. Έκανε ακόμα ένα πάρτι στη Σουίτα του τελευταίου ορόφου και δεν τολμούσα να κοιτάξω έξω απ' το τζάμι στο κενό. Σήκωσε το δεξί του χέρι και το κατέβασε με δύναμη στον ώμο μου, το έσφιξε, με κοίταξε στα μάτια και για μια στιγμή ξανάγινε Καθηγητής. «Έχω να σου παρουσιάσω τις δέκα εντολές μου, προς το παρόν λιγότερες, σε τυχαία σειρά, δοσμένες με ύπουλο τρόπο, μπερδεμένες, ανάμεσα σε παραπλανητικά λόγια που σε οδηγούν να συμφωνήσεις αλλά και να νομίζεις ότι κάθε σου πράξη είναι από δική σου σκέψη και βούληση, και κάθε μου λέξη είναι η μία και μόνη αλήθεια. Όλοι τελικά προτιμούμε μια καλή ιστορία αντί για την αλήθεια». Το βλέμμα μου πλέον αδυνατούσε να συγκεντρωθεί στην πραγματικότητα, η ακοή μου όμως λειτουργούσε τέλεια και ο συνδυασμός αυτός οπτικοποιούσε τα λόγια που έρχονταν απ’ τα ηχεία. Οι λέξεις «Γάμα ό,τι σου αρέσει, δε μ’ ενδιαφέρει τι σου αρέσει» πετούσαν από πάνω μου. Ο καθηγητής ξεκίνησε με τις εντολές του κι εγώ σκέφτηκα «Τι σύμπτωση». (άκουσε το 4ο τραγούδι στη Μουσική) «Εντολή Πρώτη: Γάμα και γαμήσου με ανθρώπους που σου ταιριάζουν ψυχικά ή σωματικά ή και τα δύο, όσο μπορείς. Έναν για την περίοδο Άλφα ως Ωμέγα. Εντολή Δεύτερη: Κλάνε όσο μπορείς, όταν είσαι μόνος. Εντολή Τρίτη: Διάβασε και ψάξε και πάρε και φάε και πήγαινε και περπάτα και κάθισε σε ό,τι σου καλυτερεύει την υγεία. Κάνε την καρέκλα δική σου και όταν βγει ο ήλιος κάθισε μέσα της». Οι εντολές του μου άρεσαν και θέλησα να συνεισφέρω, έτσι πετάχτηκα και πρόσθεσα μία ακόμα. 28
«Εντολή Τέταρτη: Ό,τι λέγεται, όπου και όποτε λέγεται, μένει μόνο εκεί. Ο κόσμος και ο χρόνος μαζί, είναι μια τεράστια κουφάλα στην οποία ψιθυρίζουμε τις πράξεις και τις σκέψεις μας, και κάποια στιγμή εκεί θα ανθίσει ένα λουλούδι, ή θα βγει μια κουράδα». Ύστερα αρχίσαμε να λέμε από μία πρόταση ο καθένας, για να δημιουργήσουμε την παρακάτω φρασεολογία: «Οι παραπάνω εντολές συνδυάζονται και αλληλεπιδρούν δυναμικά. Η πρώτη είναι απ’ τις πιο σημαντικές, η δεύτερη απ’ τις πιο χρήσιμες, η τρίτη απαιτείται να επιτυγχάνεται για να μπορούμε να μιλάμε για τις προηγούμενες και τις επόμενες και η τέταρτη μας ξεχωρίζει από τους μαρτυριάρηδες που δεν τους συμπάθησε και δεν τους εμπιστεύτηκε κανείς στην ιστορία του κόσμου». Ο καθηγητής συνέχισε μόνος του. «Για κάτσε, την τέταρτη εντολή σου την έχω πει. Σου είπα "ό,τι λέγεται παντού μένει μόνο εκεί". Το μάθημα πηγαίνει καλά. Το υποσυνείδητό σου γεμίζει απ’ τις ιδέες μου, ύπουλα όπως προείπα. Προείπουλα». Σήκωσε το σφηνάκι και το πέταξε μέσα στην μπίρα του και πριν ακόμα αυτό σταματήσει να αφρίζει άρχισε να το κατεβάζει. Σταμάτησε στα μισά, άφησε το ποτήρι στο τραπέζι και τινάζοντας το κεφάλι του προς τα κάτω, ξέρασε στα παπούτσια του. Αφού σκούπισε τον εμετό απ’ το στόμα, ήπιε το υπόλοιπο υποβρύχιο. Σηκώθηκε, ίσιωσε τα ρούχα του, είπε «Και τώρα θα σου δείξω πως κάνει ο άνεμος» και έφυγε σαν τον άνεμο κι εγώ δεν πρόλαβα να του πω πως το «πουταναριό» ήταν η καινούργια μου γυναίκα. Δεν είχαμε άλλη επιλογή. Ήταν η μόνη εξέλιξη που μπορούσε να υπάρξει, εκείνη τη στιγμή μέσα στο χρόνο, σ’ εκείνο το σημείο στο σύμπαν. Με το Αγόρι στο άλλο δωμάτιο. Αν ερχόταν, θα λέγαμε «Δεν είναι αυτό που νομίζεις». Ή θα τον καλούσαμε να συμμετάσχει. Στη συναυλία νιώσαμε έτοιμοι να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι και όταν αυτό αναφέρθηκε, της είπα «Η πρόοδος θ’ αρχίσει από αύριο, τώρα μαζεύουμε ευτυχία», «Και αυτό είναι μεγάλη πρόοδος» συμπλήρωσε. Ήταν απλό στο μυαλό μου. Δύο ευτυχίες και μία πιθανή δυστυχία. Η κοινωνία έχει εξήντα έξι κόμμα εξήντα έξι τοις εκατό ευτυχισμένους πολίτες. 29
Το μαθηματικό μοντέλο περιέχει έναν ελεύθερο ή μια ελεύθερη να ακουμπιέται με μία δεσμευμένη ή έναν δεσμευμένο. Ποτέ ένας δεσμευμένος με άλλον δεσμευμένο γιατί το αποτέλεσμα είναι δυο ευτυχείς και δυο δυστυχείς δηλαδή μηδέν. Αργά ή γρήγορα, μηδέν δίνει και το ζευγάρι που παραμένει πιστό στη δέσμευσή του. Καλύτερη φαίνεται να είναι η περίπτωση ελεύθερος με ελεύθερο γιατί δίνει αποτέλεσμα συν δύο, με την προϋπόθεση βέβαια να παραμείνουν ελεύθεροι. Η περίπτωσή μου, ελεύθερος με δεσμευμένο δίνει αποτέλεσμα συν ένα. Υπάρχει και το μείον ένα της ιστορίας, αυτός που ήταν δεσμευμένος αλλά εγώ ακούμπησα το ταίρι του. Αυτός, όταν καταφέρει να κοιταχτεί ξανά στον καθρέφτη γίνεται ελεύθερος και μπορεί να βρει άλλον ελεύθερο ή άλλον δεσμευμένο. Το μυστικό της επιτυχίας είναι: Αλλαξοκωλιές κατά τα δύο τρίτα. Η μουσική που βάλαμε να ακούγεται για να καλύψουμε τους δικούς μας ήχους και ρυθμικές κινήσεις ήταν προτρεπτική και ερμηνευτική: «Ει-Είμαι ακόμα αρκετά δυνατός; Νιώθω να φθείρομαι. Η μοχθηρότητά μου, Χα-Χάνει έδαφος; Μιλάω πολύ; Ξεπέρασα τα όρια; Χρειάζεται ο ρόλος μου, να οριστεί καθαρά. Έχω ανάγκη την πειθαρχία σου, έχω ανάγκη τη βοήθειά σου, Ξέρεις ότι όταν αρχίσω δεν μπορώ να βοηθήσω τον εαυτό μου. Ξεκινάει τώρα, νιώθω να χάνω επαφή. Τίποτα δεν είναι για μένα σημαντικό, τίποτα τόσο σημαντικό, Είδα ότι άφησες ένα σημάδι, πάνω και κάτω στο δέρμα, Δεν ξέρω που τελειώνω και που αρχίζω. Έχω ανάγκη την πειθαρχία σου, έχω ανάγκη τη βοήθειά σου, Ξέρεις ότι αν αρχίσω δεν μπορώ να σταματήσω τον εαυτό μου». (άκουσε το 5ο τραγούδι στη Μουσική) 30
Οι πράξεις που ακολούθησαν περιέχουν τις παρακάτω λέξεις και φράσεις: Γυμνός, καλύτερα γυμνός δίπλα της, εσώρουχα, χείλια, ανεβοκατέβαιναν, το σημείο του μέγιστου ερεθισμού. Σουτιέν, στον παράδεισο, χέρια, βυζιά, κούνησα, έγλειψα, έβαλα, χάθηκε, γλώσσα της, το κεφάλι. Ανάσκελα, το ωραιότερο συμμετρικό, κλειτορίδα, γλώσσα, δάχτυλα, μεσαίος, δείκτης, παράμεσος. Χτυπιόταν, γελούσε, με χαστούκισε και είπε πως δεν μπορεί άλλο. Πρώτη φορά, μπήκα μέσα, ζεστασιά, η τέλεια επαφή, η ελαστική μεμβράνη, τα πάντα στη ζωή. Δυνατά, απαλά, κυκλικά, ρυθμικά, γρήγορα και απότομα αργά. Μιάμιση ώρα, μπροστά, πίσω, πλάγια, πάνω, δυο όρθιοι, τυλίγουν, πλαγιάζει, ακρίβεια και συνέπεια. Μέσα. Το Αγόρι πρέπει ξαφνικά να κουφάθηκε. Μας χώριζε μόνο η κουζίνα, η τουαλέτα και η μουσική. Αφού όμως έκανα αυτό που έκανα, στην πραγματικότητα δε μ’ ενδιέφερε αν μας άκουγε. Τον κατηγόρησα που δε μάζεψε λεφτά για ν’ αγοράσει στρώμα για να μη βουλιάζουμε, αν όμως δε γίνονταν έτσι τα πράγματα, αν φρόντιζε τη ζωή και τη σχέση του, είναι πολύ πιθανό πως δε θα κέρδιζα το άτυπο στοίχημα με τον Καθηγητή. Όλα ήταν καλύτερα όταν ένας τουλάχιστον ήταν ξαπλωμένος έτσι ώστε ν’ απλώνεται ομοιόμορφα το βάρος στο στρώμα. Στον τοίχο πάνω απ’ το κεφάλι του κρεβατιού ήταν μία φωτογραφία του ζευγαριού, με τα κεφάλια τους να ακουμπάνε το ένα με το άλλο σε χαριτωμένη στιγμή νεανικού έρωτα. Αντιτίθεμαι τη σκοπιμότητα της άμεσης έκθεσης μεγεθυμένων φωτογραφιών ζευγαριών, γι’ αυτό φρόντισα να καταθέσω την απέχθειά μου. 31
Μία ώρα μετά την έναρξη κοίταξα τα θέματα της φωτογραφίας για πρώτη φορά στα μάτια, την πρώτη φορά που ήμουν εκεί υποθέτω το βλέμμα και οι σκέψεις μου πήγαιναν στα περιοδικά και το εσωτερικό τους. Η κοπέλα ήταν στα τέσσερα, εγώ πίσω της γονατιστός και με τον κορμό όρθιο, και παρόλο που αθετήσαμε τον κανόνα της ομαλής κατανομής βάρους, είχα στο ύψος των ματιών μου το χαρούμενο βλέμμα του Αγοριού απ’ το παρελθόν και τη στιγμή που επιτάχυνα και γινόμουν βίαιος, σκεφτόμουν «Έτσι μαλάκα σου γαμάω την γκόμενα». Τι να πει κανείς, ήταν πάνω στην έξαψη της στιγμής. Η μανία και η ευχαρίστηση ήταν πρωτόγνωρες, γι’ αυτό συνέχισα για μισή ώρα ακόμα τις εισροές - εκροές, παρόλο που κατάλαβα πως το Αγόρι έχει προοπτικές. Τον είχα παρεξηγήσει. Ήξερε γιατί έβαλε μια μεγάλη φωτογραφία του έρωτά τους σε κοινή θέα και ήξερε ότι πρέπει να είναι ασπρόμαυρη, ώστε η ίριδα και η κόρη του ματιού του να είναι ένας κατάμαυρος κύκλος πίσω απ’ τον οποίο είχε κρύψει μια κάμερα. Κάμερα στο μάτι. «Αν θέλεις να είσαι δολοφόνος, πρέπει να σκέφτεσαι σαν δολοφόνος», σκέφτηκα και το γυάλισμα του ματιού του στο ημίφως μ’ έκανε να είμαι μάλλον σίγουρος. Παρόλο που ήμουν σχεδόν βέβαιος για την ανακάλυψη, δεν είχα λόγο να σταματήσω. Αν μας παρακολουθούσε ζωντανά απ’ το άλλο δωμάτιο χωρίς να ενοχληθεί, καλά θα κάναμε να του προσφέρουμε πιο έντονη συνέχεια. Αν μας βιντεοσκοπούσε για να δει μετά από ώρες τι γράφτηκε, είχα χρόνο για μετασεξική δράση. Τελευταίο σκέφτηκα το πιο περίεργο: να έχω πέσει σε ανώμαλους. Να ξέρουν και οι δύο, να έχουν στήσει τα πάντα, αλλά όλο αυτό είναι λογιστικά αδύνατο. Το Αγόρι είναι πληγωμένο, η κοπέλα τού αλλάζει προτιμήσεις και διώχνει το «τού», άρα είναι αδύνατο να γνωρίζει για την κάμερα στο μάτι. Αυτό είναι ενδιαφέρον για τη συνέχεια. Όταν πέρασε μιάμιση ώρα μείναμε σταθεροί, ακίνητοι και χαμογελαστοί. Ήταν τόσο μεγάλη και πρωτόγνωρη η έκπληξη και η ικανοποίηση που ούτε και τότε ανησυχήσαμε που στο άλλο δωμάτιο βρίσκεται ένας δικός μας άνθρωπος. Ανησυχήσαμε χωρίς τις πρώτες τρεις συλλαβές και ανορθόγραφα λόγω της έξαψης. 32
Τελικά πιεστήκαμε και φορώντας τα ρούχα μας, σβήσαμε προσωρινά τα ίχνη μας. Προηγήθηκε ο διωγμός των οσμών στο ντους, με την παλάμη της να σπρώχνει το νερό ανάμεσά της. Το έβλεπα στις ταινίες συχνά, ένας φίλος ή συνεργάτης λέει στον άλλο «Μυρίζεις σεξ». Στο χρόνο που είχα όσο πλενόταν, πλησίασα στη φωτογραφία και ένωσα τα μάτια μου με του Αγοριού. Αν με κοιτούσε κάποιος θα νόμιζε πως φιλιόμουν με τη φωτογραφία ενός άντρα του οποίου η κοπέλα στέκεται δίπλα ανέμελη. Εγώ όμως απ’ τους δύο προτιμούσα αυτήν, θα έπρεπε να είναι ξεκάθαρο ως τώρα. Ενώσαμε τα μάτια μας και βεβαιώθηκα, από κοντά φαινόταν το κενό στο μάτι του και πίσω βρισκόταν μία ασύρματη κάμερα. Ευτυχώς ο υπολογιστής βρισκόταν σ’ αυτό το δωμάτιο και σκεπτόμενος πως ο δάσκαλος παίρνει μαθήματα απ’ το μαθητή, βρήκα γρήγορα τ’ αρχεία και τα πέρασα σ’ ένα δικό μου δίσκο. Απ’ τις εκατοντάδες φορές που κουβάλησα άσκοπα μαζί μου αυτό το δίσκο, η μία και μόνη χρήσιμη έσωσε δύο απ’ τις τρεις ζωές. Επέστρεψε στο δωμάτιο και με είδε να κάθομαι μπροστά απ’ τον υπολογιστή. Της εξήγησα ψιθυρίζοντας και άρχισε να κλαίει και να τρέμει, τα δάκρυα ήταν τόσο πολλά που είχαν ενωθεί και κυλούσαν συνεχόμενα. Δεν ήξερε τίποτα. Μπράβο Αγόρι! Είναι σατανικό που οι ιδιαιτερότητές του αποκαλύφθηκαν από πιο ιδιαίτερους ανθρώπους. Μην το κάνεις σχεδόν μόνος, καν’ το και με άλλους. Ανώμαλε, ε ανώμαλε! Πέρασα στο δίσκο μου και πολλά παλαιότερα αρχεία και έσβησα απ’ τον υπολογιστή του σχεδόν τα πάντα, εκτός από ένα που το κράτησα γιατί θα χρειαζόταν αργότερα. Ένιωσα θυμό όταν τους είδα να το κάνουν, αλλά το Αγόρι ήταν αδέξιο στην προσπάθειά του να μιμηθεί τους πορνοδιδάσκαλους. Μέχρι που τραβήχτηκε ώστε να ξέρει μετά ως θεατής ότι επήλθε η ολοκλήρωση. Της σκούπισα τα δάκρυα και της είπα «Είναι όλα καλά, το μόνο που περιμένω είναι σε λίγες ώρες να ξαναβρεθώ μαζί σου» και μου είπε «Ποτέ δε θα το κάνω ξανά μαζί του». Ύστερα οργανώσαμε το πλάνο μας και έφυγα. Η νύχτα ήταν υγρή και θα έδινε τη θέση της σε υγρές μέρες. 33
Το πρωί το Αγόρι έφυγε χωρίς να πει πολλά, είπε μόνο ότι θα γυρίσει Δευτέρα - Τρίτη, το είδα στο καινούργιο βίντεο, αγκαλιάστηκαν, φιλήθηκαν με κλειστά χείλη. Είχα τονίσει πως πρέπει να τον αφήσει να φύγει χωρίς να προσθέσει άλλες στεναχώριες στο μυαλό του. Αυτή που θα ερχόταν θα ήταν η μεγαλύτερη. Δεν έπρεπε επίσης να καταλάβει ότι σχεδόν όλες οι ταινίες είχαν σβηστεί. Μόλις έφυγε, συναντηθήκαμε έξω και συμπεριφερθήκαμε ως νέο ζευγάρι, καθώς αγοράσαμε νέο αδιάσταλτο στρώμα. Ένιωθα πως του χρωστούσα τουλάχιστον αυτό, είναι μια δίκαια συναλλαγή, εγώ του δίνω το στρώμα και αυτός μου δίνει τη γυναίκα του να της τον ακουμπήσω πάνω στο στρώμα. Αμέσως μετά ξεκίνησε ο μαραθώνιος. Τα πάντα έχουν αποθηκευτεί ψηφιακά, έχω οργανώσει την καλύτερη βάση δεδομένων με αναζήτηση κατά όνομα, κατά ημερομηνία, κατά στιλ. Μετά από εισροές - εκροές τριών ημερών, το νέο στρώμα είχε βουλιάξει. Δεν αναρωτήθηκα ούτε στιγμή το λόγο για τον οποίο μείναμε σ’ εκείνο το διαμέρισμα και δεν πήγαμε στο δικό μου, ίσως να έβρισκα πιο ενδιαφέρον να παίρνω κάτι από κάποιον λίγο λίγο παρά να το έχω δικό μου απ’ την αρχή, ίσως να λειτουργούσα και με το ένστικτο και να κρατούσα μακριά απ’ την ιδιοκτησία μου όλες τις αρνητικές σκέψεις και τους πιθανούς μπελάδες. Αδύναμη λέξη. Αλλά δεν μπορούσα και δεν ήθελα να σταματήσω. Η φωτογραφία και η κάμερα στο μάτι προσέθεταν ικανοποίηση, τον κοιτούσα και με κοιτούσε και δεν υπήρξε στιγμή που να προβάλω την αποδοκιμασία μου για τις πράξεις μου πάνω σε μία φωτογραφία, μου χαμογελούσε συνεχώς και ενώ η κοπέλα με το αρχικό της κλάμα έδειξε πως δε συμφωνεί με την καταγραφή προσωπικών στιγμών, μαζί μου έδειξε τεχνικές που δεν ήξερε πως κατέχει και συμπρωταγωνίστησε στο υψηλής ευκρίνειας και ποιότητας ερασιτεχνικό μας βίντεο. 34
Το τέλος των τριών ημερών ήρθε μαζί με το Αγόρι και όλα πήγαν όπως τα σχεδίασα. Η σκηνοθεσία και το σενάριό μου ήταν άψογα και δημιουργούσαν αίσθηση ασφυξίας, καθώς η ιστορία διαδραματιζόταν σ’ ένα μικρό δωμάτιο, με τους πρωταγωνιστές αγχωμένους νέους χωρίς ελπίδα, χωρίς οίκτο, γεμάτους θεατρικότητα. Μα ήταν η υποκριτική τους αυτή που σχημάτιζε έναν κόμπο στο λαιμό του θεατή και ας ήμουν εγώ ο μόνος θεατής, κοιτώντας μέσα απ’ το μάτι του Αγοριού καθώς μετέφερα την εικόνα και τον ήχο τους στο δωμάτιό μου. Το κλάμα της επανήλθε και άρχισα να αναρωτιέμαι μήπως υποκρίθηκε τρεις μέρες πριν όταν έκλαψε μπροστά μου. Δεν είχα την ψευδαίσθηση ότι όλες οι κραυγές της κατά την περίοδο των εισροών - εκροών ήταν αληθινές. Κραυγάζοντας και κραυγάζοντας ξανά, πειθόταν ότι περνάει καλύτερα, όμως δεν αμφιβάλω ότι το απολάμβανε. Οι μύξες ρευστοποιούνταν και τα δάκρυα έπεφταν στο ξύλινο πάτωμα. Μέσα απ’ αυτό το κορίτσι έσταζαν πολλά και πολλών ειδών υγρά. Η πόρτα του διαμερίσματος έκλεισε και κράτησε μέσα τα ουρλιαχτά και το θρήνο της για την απιστία, την ανωμαλία, την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής. «Μα ήταν η κοινή μας ιδιωτική ζωή», είπε σαστισμένο το Αγόρι για να του απαντήσει «Δε με ρώτησες και δε σου έδωσα τη συγκατάθεσή μου μαλάκα!». Το παράπονο είχε μετατραπεί σε οργή. «Βρήκα και τα περιοδικά, σου αρέσει να κοιτάς βυζιά και μουνιά, δε σου έφταναν τα δικά μου, ε μαλάκα; Αλλά ήθελες να κοιτάς αφού με είχες γαμήσει, να δεις τι; Το γαμηστηράκι σου είναι ανύπαρκτο και δεν έχεις το μυαλό να το χρησιμοποιήσεις». Αυτό πρέπει να πόνεσε. «Μα είναι ψηλό παιδί, άρα...» σκέφτηκα και «Μείνε στο θέμα» σκέφτηκα και «Εμείς κάναμε κάτι πολύ χειρότερο» σκέφτηκα αλλά ήταν η ευκαιρία της να τον ταπεινώσει. «Ποτέ σου δεν κατάλαβες τι θέλω, ποτέ δε μ’ έκανες ευτυχισμένη». Αυτός την κοιτούσε αποσβολωμένος, ανίκανος να τη σταματήσει, να την αντικρούσει. 35
Και μετά... και ύστερα... κάτι συνέβη, οπωσδήποτε. Τώρα δεν μπορώ να θυμηθώ, ίσως μου έρθει αργότερα. Μία ακόμα απ’ τις παρενέργειες. Η δράση του φαρμάκου όμως κατευθύνεται από τον ψυχισμό του δέκτη ο οποίος δε θα νιώσει πότε καλύτερα αν πρώτα δε νιώθει καλά. Κινδυνεύει μάλιστα να ενισχύσει τις φοβίες του. Στη δική μου περίπτωση υποθέτω ενισχύθηκε η έννοια και ιδέα «απ’ το ένα μπαίνει, απ’ το άλλο βγαίνει». Διαγράφω για πάντα εριστικές και ψεύτικες συμπεριφορές, αποκτώ αμνησία στην υστερία. Δε θυμάμαι ονόματα, είναι σχεδόν ανέφικτο. Υπάρχει μόνο η Κοπέλα, το Αγόρι, ο Καθηγητής και όσοι προστεθούν στην πορεία, όλοι με κάποιο χαρακτηριστικό, ουσιαστικό ή επίθετο στη θέση του ονόματός τους. Έτσι είναι σαν να υπάρχει μόνο μία κοπέλα, ένα αγόρι, ένας καθηγητής. Οι υπόλοιποι, κοπέλες, αγόρια, καθηγητές, παρόλο που βρέθηκαν στο δρόμο μου, ήταν αδιάφοροι για ’μένα. Η έλλειψη μνήμης απ’ τη στιγμή που ξεκίνησαν οι λυγμοί, οι κατηγορίες και οι βρισιές, με κάνει να καθυστερώ την εξιστόρηση. Αυτές δεν είναι φανταστικές ιστορίες ώστε να χρειάζεται να τις εφεύρω. Δε φοβάμαι μήπως χάσω τον οίστρο μου, κολλήσω και είμαι αναγκασμένος ν’ αφήσω την ιστορία στη μέση. Δε θυμάμαι τι ακολούθησε τις επόμενες ώρες, γνωρίζω όμως ότι με κάποιο τρόπο το Αγόρι εξαφανίστηκε, ενώ αν κοιτάξω τα στατιστικά είμαι σίγουρος πως το κάναμε ευθύς αμέσως, πολλάκις και χωρίς ενοχές. Λατρεύω να το διαβάζω και μπορώ να γράφω την ίδια πρόταση για πάντα. Τώρα είμαι θεωρητικός της ηδονής, η επιρροή μου φεύγει απ’ τα όρια της μίας σάρκας και απλώνεται ως θρησκεία σ’ αυτούς που αγωνιούν να νιώσουν και να μάθουν. Είναι πάντα ιδεατό να γράφω και να γίνομαι κοινωνός του αξιώματος πως όταν τελειώνει μία αυτόνομη πράξη αρχίζει αμέσως η επόμενη με την ίδια θέληση και ευχαρίστηση. Κάθε επόμενη είναι και καλύτερη γιατί είμαστε και γινόμαστε Ταντρικοί πορνοδιδάσκαλοι που αργούμε όλο και πιο πολύ να τελειώσουμε την πράξη και την πρόταση και συνεχίζουμε να λέμε και να γράφουμε «Ναι, ναι, ναι», αργόσυρτα και βαριά, απεγνωσμένα και τσιριχτά. Μαθαίνουμε να δεχόμαστε ως προφανή βούληση αυτή που ορίζεται απ’ τον κάθε άνθρωπο, αν θέλει να πάρει ή να δώσει ευχαρίστηση και με ποιο τρόπο θα εκφράσει τη θέλησή του. 36
Με την ειλικρίνεια αποφεύγονται παρεξηγήσεις, ίσως ο ειλικρινής δικαιούται να είναι και απαιτητικός. Όπως και να’ χει, η ευθύτητα είναι συνήθως ωφέλιμη και πιο ουσιαστική απ’ τη μόνιμη ανιδιοτέλεια που μπορεί αργά και ύπουλα να μετατρέψει τον πιο ευγενικό άνθρωπο σε φυτό. Γι’ αυτό γινόμαστε άνθρωποι χωρίς ένοχα συναισθήματα, πρόθυμοι να μοιραστούμε τα πάντα, γυναίκες, άντρες, τα ρούχα, το φαγητό, το κρεβάτι και την μπανιέρα. Δεν έχει σημασία αν ο ένας δίπλα ή οι άλλοι κοντά είναι το ίδιο πρόθυμοι, απλά λένε «Ναι», σ’ έναν κόσμο χωρίς συμπλέγματα ή απελπισμένες συμπεριφορές. ΤΕΛΟΣ ΠΡΩΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
|